Σε προηγούμενο άρθρο είχαν οριστεί οι εκρήξεις οργής ως μια πρώτη προσπάθεια του νηπίου να διαχειριστεί το θυμό του και υποστηρίχθηκε πως για διάφορους λόγους οι εκρήξεις αυτές μπορεί να επιμείνουν και σε μεγαλύτερη ηλικία του παιδιού, δημιουργώντας προβλήματα στη σχολική και οικογενειακή του ζωή.
Πώς μπορεί όμως ένας γονιός να βοηθήσει το παιδί του να υιοθετήσει συμπεριφορές πιο λειτουργικές για τη διαχείρηση του θυμού;
Η απάντηση φυσικά δε μπορεί να έχει το χαρακτήρα μαγικής συνταγής. Θέλω να υποστηρίξω όμως ότι ένας γονιός που κατανοεί ο ίδιος το δικό του θυμό και έχει επίγνωση των στρατηγικών που ο ίδιος χρησιμοποιεί για να τον διαχειριστεί μπορεί να είναι πολύ βοηθητικός, τόσο αποτελώντας πρότυπο όσο και επικοινωνώντας με κατάλληλους τρόπους με το παιδί του.
Πότε θυμώνω;
Αυτή είναι μια ερώτηση με την οποία μπορεί να ξεκινήσει η διερεύνηση του δικού μας θυμού. Ο θυμός είναι ένα από τα βασικά συναισθήματα και σε επίπεδο φυσιολογίας (οργανισμού) προκύπτει όταν νιώθουμε πως ένας εξωτερικός (συνήθως) παράγοντας απειλεί κάτι που θεωρούμε ως βασική συνιστώσα της ύπαρξής μας. Η απειλή αυτή είναι κάτι το υποκειμενικό, καθώς ο καθένας μπορεί να θεωρεί ως βασική συνιστώσα της ύπαρξής του διαφορετικά πράγματα, όπως τον προσωπικό του χώρο (κυριολεκτικά και ματαφορικά), την αυτοαντίληψή του, τη δυνατότητα να καλύψει κάποια ανάγκη του, τη δυνατότητά του να προστατέψει κάποιον, κ.τ.λ.
Σε αυτό το σημείο προσπαθήστε να απαντήσετε στις παρακάτω ερωτήσεις:
Πότε ήταν η τελευταία φορά που θυμώσατε; Ποιός ήταν ο παράγοντας έκλυσης του θυμού σας; Τι ήταν αυτό που νιώσατε να απειλείται; Τι κάνατε με το θυμό σας;
Έχουν προταθεί διάφορες κατηγοριοποιήσεις των ανθρώπων ανάλογα με τον τρόπο διαχείρισης του θυμού. Δύο κύριες κατηγορίες που οργανώνονται σε αντιθετικούς πόλους είναι οι εξωτερικευτές και οι εσωτερικευτές. Οι εξωτερικευτές είναι εκείνοι που αφήνουν τη διέγερσή τους να φανεί, υψώνουν τον τόνο της φωνής, μαλώνουν και γενικά εκφράζουν το θυμό τους ανοιχτά. Οι εσωτερικευτές από την άλλη παραμένουν ψύχραιμοι, μπορεί να σκαρώνουν σχέδια εκδίκησης ή να προτιμούν τη λεπτή ειρωνία και το σαρκασμό. Φυσικά οι συμπεριφορές και των δύο κατηγοριών μπορούν να εκδηλωθούν κατά περίσταση από το ίδιο άτομο, αλλά συνήθως υπάρχει κάποια προτίμηση σε συμπεριφορές της μίας κατηγορίας.
Είναι λοιπόν σημαντικό για ένα γονιό να γνωρίζει ο ίδιος σε ποιες περιστάσεις θυμώνει και πώς συνηθίζει να διαχειρίζεται το θυμό του, έτσι ώστε να μπορεί να αναγνωρίζει και ίσως να προβλέψει τις συνθήκες εκείνες που θα οδηγήσουν στο θυμό του παιδιού του καθώς και για να μπορέσει να αναγνωρίσει τους τρόπους με τους οποίους το παιδί προτιμά να εκφράζει το θυμό του. Αυτό είναι σημαντικό γιατί μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη αρκετών προβλημάτων. Ο θυμός είναι ένα συναίσθημα απαραίτητο για την επιβίωσή μας (σωματική και ψυχολογική). Το παιδί πρέπει να έχει ευκαιρίες να μάθει να το αναγνωρίζει και να το διαχειρίζεται μέσα από τα βιώματά του και την καθοδήγηση των σημαντικών ενηλίκων. Ένα εσωστρεφές και συνεσταλμένο παιδί μπορεί να μην έχει πολλές ευκαιρίες για κάτι τέτοιο, καθώς ο θυμός του μένοντας εσωτερικευμένος ίσως να μη γίνεται αντιληπτός ως τέτοιος.
Ωστόσο ότι ειπώθηκε ως εδώ για το δικό μας θυμό και το τι κάνουμε με αυτόν είναι μόνο το ένα κομμάτι του πάζλ. Η επόμενη ερώτηση που πρέπει να απαντήσουμε για να συμπληρωθεί το επόμενο κομμάτι είναι : Τι κάνουν οι άλλοι με το δικό μου θυμό; Και όταν λέμε «με το δικό μου θυμό» εδώ εννοούμε με τον τρόπο που εγώ εκφράζω το θυμό μου, γιατί ο θυμός είναι ένα πράγμα και ο τρόπος με τον οποίο τον εκφράζω είναι ένα άλλο.
Ο τρόπος έκφρασης του θυμού μας είναι πιθανό να δημιουργήσει αίσθηση απειλής σε κείνον που είναι απέναντί μας, κι όχι μόνο αίσθηση απειλής για τη σωματική του ακεραιότητα. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο ένας γονιός που δε μπορεί να συγκρατήσει το θυμό του και χάνει τον έλεγχο ίσως δημιουργήσει στο παιδί απειλή, όχι με τη μεγάλη δύναμη που εκπέμπει, αλλά με την αδυναμία. Η απώλεια ελέγχου του γονιού εκλαμβάνεται από το παιδί ως αδυναμία (του γονιού), με αποτέλεσμα να νιώθει απειλημένο και ανασφαλές (καθώς γνωρίζει ότι εξαρτάται από τον ενήλικα). Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατό να πυροδοτηθεί ένας φαύλος κύκλος εξωτερικευμένου ή εσωτερικευμένου θυμού ανάμεσα σε γονιό και παιδί με αποτέλεσμα η οργή να γίνεται για το παιδί ένας πάγιος τρόπος αντιμετώπισης του άγχους (το οποίο στην παιδική ηλικία σχετίζεται συνήθως με φαντασιώσεις απώλειας του γονιού).
Ένας γονιός ο οποίος διερευνά τις διαδρομές του δικού του θυμού έχει μεγάλες πιθανότητες να καθοδηγήσει το παιδί σε ανάλογες διερευνήσεις και να το ενθαρρύνει να δοκιμάσει διάφορες μη καταστροφικές στρατηγικές για τη διαχείριση του θυμού του.
Γράφει: Καραγιάννη Γωγώ, Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια, Ειδικός Παιδαγωγός
ΠΗΓΗ: www.genenutrition.gr