Η οικονομική κρίση βλάπτει την καρδιά και συμβάλλει στην αύξηση των καρδιαγγειακών περιστατικών, ενώ οι υπηρεσίες που παρέχονται στους ασθενείς απειλούνται από τη συρρίκνωση των δαπανών. Νέα φάρμακα για καρδιαγγειακές παθήσεις δεν είναι διαθέσιμα σε Έλληνες ασθενείς, καθώς οι διαρκώς μειούμενες δαπάνες για τη υγεία και η μεγάλη πλέον συμμετοχή των ασθενών σε αυτές, περιορίζουν σημαντικά την περαιτέρω εξάπλωση των νεώτερων και πιο αποτελεσματικών θεραπειών.
Από την άλλη παρατηρείται αύξηση έως και 20% των καρδιαγγειακών περιστατικών στα δημόσια νοσοκομεία. Τα παραπάνω ανέφεραν την Μ. Δευτέρα 29 Απριλίου 2013, ειδικοί επιστήμονες κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή το 28ο Διεθνές Συνέδριο Κλινικής Καρδιολογίας, που διοργανώνεται από το Ελληνικό Ίδρυμα Καρδιολογίας και την Α’ Καρδιολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών την εβδομάδα (9-11 Μαΐου 2013),με τη συμμετοχή κορυφαίων καρδιολόγων από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Χριστόδουλος Στεφανάδης, αναφέρθηκε επίσης, στις τελευταίες εξελίξεις στον τομέα της στεφανιαίας νόσου, τόσο στην διάγνωση όσο και στη θεραπεία και πρόσθεσε, ότι σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες η είσοδος των νέων αντιπηκτικών στα οξέα στεφανιαία επεισόδια, πιθανά θα περιορίσει τη χρήση της ασπιρίνης στο μέλλον, αφού ο αυξημένος κίνδυνος αιμορραγίας που παρατηρείται με την χρήση των νέων αυτών φαρμάκων φαίνεται κατά κύριο λόγο να οφείλεται στην ταυτόχρονη χρήση της ασπιρίνης.
Στις βαριές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις της υψηλής αρτηριακής πίεσης αναφέρθηκε ο Κωνσταντίνος Τσιούφης, επίκουρος καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Όσοι ανήκουν σε χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο τείνουν να έχουν σχεδόν διπλάσια επίπεδα καθημερινό στρες και μεγαλύτερο επιπολασμό υπέρτασης» είπε, εκτιμώντας, ότι η «η υπέρταση μπορεί να λάβει σημαντικές διαστάσεις με την αύξηση των επιπέδων της ανεργίας».
Ο κ. Τσιούφης αναφέρθηκε και στα οφέλη από τη συχνή αερόβια άσκηση (30 λεπτά, 5-7 φορές την εβδομάδα), η οποία μπορεί να μειώσει κατά 20% τη θνησιμότητα σε πληθυσμούς υπερτασικών. Μάλιστα η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία σε πρόσφατη οδηγία της προτείνει τη μέτριας έντασης αερόβια άσκηση ως μέσο μείωσης της πίεσης στους υπερτασικούς ασθενείς κατά 5-10 mmHg.
«Εάν κάποιος ασκείται τακτικά έχει αντιυπερτασικό όφελος αντίστοιχο ενός φαρμάκου», είπε ο κ. Τσιούφης.
Ο Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής του νοσοκομείου “Ερρίκος Ντυνάν”, Γεώργιος Ανδρικόπουλος μίλησε για τις νεώτερες εξελίξεις από το χώρο των αρρυθμιών που θα συζητηθούν στο συνέδριο. Η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί τη συχνότερη αρρυθμία και είναι μια από τις κύριες αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο στον Ελληνικό πληθυσμό.
Υπολογίζεται, ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 200.000 ασθενείς των οποίων ο αριθμός αυξάνει συνεχώς λόγω της γήρανσης του πληθυσμού. Πρόσφατη πανελλήνια μελέτη για την κολπική μαρμαρυγή στη χώρα μας έδειξε ότι το 40% των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή δεν λαμβάνει την ενδεδειγμένη φαρμακευτική αγωγή για την πρόληψη των εγκεφαλικών επεισοδίων, ενώ οι πρόσφατες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας τονίζουν την ανάγκη για έλεγχο του σφυγμού των ατόμων με ηλικία άνω των 65 ετών.
Για την καρδιαγγειακή πρόληψη, που αποτελεί ένα από τα σημαντικά θέματα για την καρδιαγγειακή προστασία, μίλησε ο Διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής της Ευρωκλινικής Αθηνών Δημήτριος Ρίχτερ, υπογραμμίζοντας, ότι η άσκηση σε καθημερινή βάση, η διακοπή του καπνίσματος και η ισορροπημένη διατροφή πρέπει να αποτελούν προτεραιότητες στην καρδιαγγειακή πρόληψη.
Σύμφωνα με στοιχεία από τις ΗΠΑ η μείωση των θανάτων από καρδιαγγειακά συμβάντα τα τελευταία 20 χρόνια βασίστηκε κατά 50% στην αλλαγή τρόπου ζωής πριν την εμφάνιση του καρδιαγγειακού επεισοδίου και μόνο κατά 50% από την επεμβατική και χειρουργική θεραπεία της στεφανιαίας νόσου, καθώς και την φαρμακευτική αγωγή μετά από ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο.
Ακόμη, ανέφερε, ότι θα αναλυθούν στο φετινό συνέδριο ερωτήματα σχετικά με το αν έχουν κάπου θέση οι βιταμίνες στην καρδιαγγειακή πρόληψη ( ερώτημα μέχρι σήμερα με αρνητική απάντηση) και αν νεώτεροι παράγοντες κινδύνου όπως η περιοδοντίτιδα, ή τα μεταγευματικά τριγλυκερίδια επηρεάζουν την καρδιαγγειακή πρόγνωση.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ – ΜΠΕ