Η διαβίωση σε περιοχές με υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης μπορεί να κάνει κακό στην υγεία του εγκεφάλου και να οδηγήσει σε μείωση των νοητικών λειτουργιών και ικανοτήτων των ηλικιωμένων, σύμφωνα με νέα αμερικανική έρευνα, που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Γεροντολογικής Εταιρείας.
Οι ερευνητές με επικεφαλής την Δρ Τζένιφερ Εϊλσάιρ του Κέντρου Γεροντολογίας του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, μελέτησαν ένα δείγμα περίπου 15.800 ατόμων άνω των 50 ετών.
Διαπίστωσαν ότι όσοι ζούσαν σε περιοχές όπου είχαν καταγραφεί υψηλά επίπεδα αιωρούμενων σωματιδίων στον αέρα, σημείωναν χειρότερες επιδόσεις στα νοητικά- γνωστικά τεστ (γνώσεων, γλωσσικά, μνήμης, προσανατολισμού κ.α.). Η μείωση αυτή παρατηρείται άσχετα με άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία, το φύλο, τη φυλή, το μορφωτικό επίπεδο, συνήθειες όπως το κάπνισμα και χρόνια προβλήματα υγείας (αναπνευστικά, καρδιαγγειακά κ.α.).
«Οι ηλικιωμένοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στους κινδύνους από την έκθεση στον μολυσμένο αέρα. Η ρύπανση της ατμόσφαιρας έχει συνδεθεί με αυξημένα καρδιαγγειακά και αναπνευστικά προβλήματα, ακόμα και με τον πρόωρο θάνατο μεταξύ των ηλικιωμένων. Τώρα, προκύπτουν αυξημένες ενδείξεις ότι η έκθεση στη σωματιδιακή ρύπανση του αέρα μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες επίσης στην υγεία του εγκεφάλου και στη λειτουργία του», ανέφερε η Δρ Εϊλσάιρ.
Είναι η πρώτη έρευνα που δείχνει ότι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση είναι δυνατό να έχει συνέπειες για την εγκεφαλική και νοητική υγεία στην τρίτη ηλικία.
Τα μικροσκοπικά σωματίδια έχουν διάμετρο συνήθως κάτω από 2,5 μικρόμετρα (εκατομμυριοστά του μέτρου) και με την εισπνοή μπορούν να εισχωρήσουν βαθιά στους πνεύμονες και πιθανώς στον εγκέφαλο, αποτελώντας έτσι ένα σημαντικό δυνητικό παράγοντα περιβαλλοντικού κινδύνου.
Η έρευνα έδειξε ότι τα επίπεδα ρύπανσης του αέρα με σωματίδια κυμαίνονταν μεταξύ των 4,1 έως 20,7 μικρογραμμαρίων (εκατοστών του γραμμαρίου) ανά κυβικό μέτρο. Κάθε αύξηση της ρύπανσης κατά δέκα μονάδες σχετιζόταν με μία μείωση κατά 0,36 βαθμούς στη βαθμολογία των νοητικών τεστ.
Συγκριτικά, μια αύξηση της ηλικίας του ανθρώπου κατά ένα έτος αντιστοιχούσε στην μείωση της βαθμολογίας του στα τεστ κατά 0,13 βαθμούς. Συνεπώς η μείωση κατά 0,36 βαθμούς λόγω ρύπανσης ισοδυναμούσε περίπου με αύξηση της ηλικίας του ατόμου, δηλαδή με τη γήρανσή του, κατά τρία περίπου χρόνια.
ΠΗΓΗ: health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ