Το μυστήριο της έναρξης της ανθρώπινης ζωής έχει απασχολήσει τους ερευνητές για πολλά χρόνια. Έχουν γίνει εκατοντάδες μελέτες που προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν τον «αρχικό διάλογο μητέρας-παιδιού».
Μία μελέτη (Brosens et al. Uterine selection of human embryos at implantation. Sci. Rep. 2014 Feb 6;4:3894. doi: 10.1038/srep03894) από την αξιόλογη ερευνητική ομάδα του Jan Brosens και του Nick Macklon δημοσιεύτηκε αυτό το μήνα στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Scientific Reports και έρχεται να συνεισφέρει σημαντικά στη γνώση του «αρχικού αυτού διαλόγου». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, τα φυσιολογικά ανθρώπινα έμβρυα, κατά την είσοδό τους στη μήτρα, εκκρίνουν ουσίες (πρωτεάσες σερίνης) οι οποίες ενεργοποιούν μεταβολικά μονοπάτια στο εσωτερικό της μήτρας (ενδομήτριο) με τελικό αποτέλεσμα την ενεργοποίηση γονιδίων που βοηθούν την εμφύτευση και την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Αντίστοιχα, το ενδομήτριο ανταποκρινόμενο στο ερέθισμα των φυσιολογικών εμβρύων εκκρίνει αναστολείς της δράσης αυτών των ενζύμων, με σκοπό τον περιορισμό της πρωτεολυτικής δραστηριότητάς τους.
Με αυτό το διάλογο εμβρύου-μητέρας επιτυγχάνεται η εμφύτευση-εγκατάσταση του νέου οργανισμού στο ασφαλές περιβάλλον της μήτρας, όπου θα παραμείνει για 9 μήνες. Αντίθετα, τα παθολογικά έμβρυα που επιχειρούν τη διείσδυση στο ενδομήτριο εκκρίνουν τις ουσίες αυτές σε παθολογικά μεγάλες ποσότητες, με αποτέλεσμα να καταστρέφουν τα κύτταρα του ενδομητρίου και να γίνεται απόπτωση του ενδομητρίου και αποβολή των εμβρύων αυτών.
Στον άνθρωπο, η απώλεια εμβρύων είναι πολύ μεγάλη σε σύγκριση με άλλα θηλαστικά είδη. Υπολογίζεται ότι ένα 30% αποβάλλεται πριν καν εμφυτευτεί στην κοιλότητα της μήτρας, ένα 30% πριν τις 6 εβδομάδες κύησης και ένα 10% πριν τις 12 εβδομάδες κύησης. Στο μεγαλύτερο ποσοστό, οι αποβολές αυτές οφείλονται σε ύπαρξη παθολογικών εμβρύων (συνήθως λόγω χρωμοσωμικών ανωμαλιών), τα οποία αναγνωρίζονται ως παθολογικά από την μητέρα και για το λόγο αυτό αποβάλλονται. Ένα ποσοστό 1-5% των ζευγαριών παρουσιάζει περισσότερες από 2-3 αυτόματες αποβολές (καθ’ έξιν αποβολές). Μία άλλη ιδιαίτερη κατηγορία ζευγαριών είναι τα υπογόνιμα ζευγάρια, στα οποία ενώ δεν βρίσκεται κάποια αιτία για την υπογονιμότητά τους (ανεξήγητη υπογονιμότητα) και ενώ κατά τη
διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης στην οποία υποβάλλονται δημιουργούνται έμβρυα καλής ποιότητας, δεν καταφέρνουν να επιτύχουν εγκυμοσύνη (επανειλημμένες αποτυχίες εμφύτευσης).
Η μήτρα των γυναικών που είναι σε αναπαραγωγική ηλικία κάθε μήνα προετοιμάζεται με σκοπό να υποδεχτεί ένα γονιμοποιημένο ωάριο. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει εγκυμοσύνη, το τμήμα του ενδομητρίου που έχει προετοιμαστεί αποπίπτει και ξεκινά ένας νέος κύκλος προετοιμασίας. Το ενδομήτριο μπορεί να υποδεχτεί το γονιμοποιημένο ωάριο μόνο τις ημέρες που αντιστοιχούν στο «παράθυρο της εμφύτευσης (window of implantation)». Συνεπώς, για να επιτευχθεί εγκυμοσύνη χρειάζεται ένα γονιμοποιημένο ωάριο στο κατάλληλο στάδιο ωρίμανσης και ένα ενδομήτριο στο αντίστοιχο στάδιο «υποδοχής». Η ίδια ερευνητική ομάδα είχε δημοσιεύσει πριν τρία χρόνια (Teklenburg et al. Plos ONE 2010;5(4):e10258) ότι εκτός από το «παράθυρο εμφύτευσης» υπάρχει και το «παράθυρο επιλογής φυσιολογικών εμβρύων (window of natural embryo selection)». Στη συνέχεια, πάλι η ίδια ερευνητική ομάδα (Salker et al. Plos ONE 2012;7(12):e52252), δημοσίευσε ότι σε γυναίκες με καθ’ έξιν αποβολές δεν λειτουργεί σωστά το «πρώιμο σύστημα ανίχνευσης παθολογικών εμβρύων», με αποτέλεσμα να εμφυτεύονται τα παθολογικά έμβρυα και να αναγνωρίζεται η παθολογία σε μεταγενέστερα στάδια και να προκαλείται τότε η αποβολή. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν τον πρώτο διάλογο που γίνεται ανάμεσα στη μητέρα και το έμβρυο, ο οποίος επιτρέπει αφενός τη διαιώνιση του είδους αφετέρου αποτρέπει τη γέννηση παθολογικών εμβρύων.
Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται να συμπληρώσουν με τον πιο ωραίο τρόπο τα αποτελέσματα της δικής μας ερευνητικής ομάδας, σύμφωνα με τα οποία η κύρια ορμόνη του στρες, η εκλυτική ορμόνη της κορτικοτροπίνης (corticotropin releasing hormone, CRH) που φυσιολογικά παράγεται στον εγκέφαλο, εκκρίνεται τοπικά στη μήτρα από το έμβρυο και το ενδομήτριο και επιτρέπει την εμφύτευση του εμβρύου προκαλώντας ανοσολογική παράλυση των επιθετικών κυττάρων της μητέρας κατά του εμβρύου, το οποίο έχει λάβει τα μισά γονίδια από τον πατέρα και αναγνωρίζεται ως «ξένο» και αντιγονικά διαφορετικό από τη μητέρα (Makrigiannakis et al. Nature Immunol 2001;2:1018). H ερευνητική μας ομάδα, από τις Ιατρικές Σχολές των Πανεπιστημίων Κρήτης, Ιωαννίνων και Αθηνών και τις Ιατρικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αμβούργου και Μονάχου έδειξε ότι η τοπική παραγωγή CRH ελέγχει τον τρόπο διείσδυσης του εμβρύου στο ενδομήτριο για να μπορέσει να αναπτυχθεί φυσιολογικά (Bamberger et al. Am J Pathol 2006;168:141), ενώ παθολογική διείσδυση λόγω παθολογικής έκφρασης της CRH σχετίζεται με αυτόματες αποβολές, αποτυχία εμφύτευσης, προεκλαμψία, ενδομήτρια καθυστέρηση της ανάπτυξης του εμβρύου και πρόωρο τοκετό (Makrigiannakis et al. Int J Gynecol Obstet 2007;97:115, Minas et al. Mol Hum Reprod 2007;13:663, Petsas et al. 2012;18:535). Βρήκαμε πρόσφατα ότι διαταραχή στην έκκριση αυτής της ουσίας παίζει σημαντικό ρόλο σε περιπτώσεις επανειλλημμένων αποτυχιών για επίτευξη κύησης με εξωσωματική γονιμοποίηση και ξεκινήσαμε κλινική μελέτη στην οποία συμμετέχουν Πανεπιστημιακές Μαιευτικές-Γυναικολογικές Κλινικές από την Ελλάδα, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Τουρκία με σκοπό να ανοσοτροποποιήσουμε το εσωτερικό περιβάλλον της μήτρας για να αποφευχθεί η αποβολή του εμβρύου σε γυναίκες που, λόγω «παθολογικής απάντησης της μήτρας» στην παρουσία φυσιολογικών εμβρύων, υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση χωρίς επίτευξη κύησης.
Συμπεράσματα
Ο διάλογος μητέρας-παιδιού ξεκινά πολύ νωρίς, μόλις το γονιμοποιημένο ωάριο μπει μέσα στην κοιλότητα της μήτρας και εκδηλώνεται με φαινόμενα που είναι αυστηρά προστατευμένα μέσα στο περιβάλλον της μήτρας. Ακόμη και η «επίθεση» που οργανώνει το ανοσολογικό σύστημα της μητέρας για «να σκοτώσει το έμβρυο, που είναι αντιγονικά ξένο προς αυτή κατά 50% (καθώς προέρχεται από τον πατέρα)» εξουδετερώνεται μέσα στη μήτρα από προστατευτικούς μηχανισμούς τόσο της μητέρας όσο και του εμβρύου. Το μήνυμα που στέλνει το φυσιολογικό έμβρυο λαμβάνεται από τη μητέρα, η οποία απαντά με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτρέψει στο έμβρυο να εγκατασταθεί και να αναπτυχθεί. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι, όσα περισσότερα μαθαίνουμε για τα πρώτα στάδια της ανθρώπινης ύπαρξης, τόσο περισσότερο αισθανόμαστε δέος για το θαύμα που λέγεται «ζωή»!