Οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ασθένειες των αρτηριών, που είναι ενδεχομένως μοιραίες, αλλά είναι επίσης θεραπεύσιμες και ενδεχομένως αποτρέψιμες. Οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι πρώτιστα αποτέλεσμα του τρόπου ζωής και για αυτόν τον λόγο επιβάλλεται αφενός η συνειδητοποίηση του κινδύνου εμφάνισης τους και αφετέρου η λήψη μέτρων αποφυγής τους.
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις εμφανίζονται συχνότερα με την εκδήλωση της στεφανιαίας νόσου, εγκεφαλικού επεισοδίου και περιφερικής αγγειοπάθειας. Τα επιδημιολογικά δεδομένα στην Ευρώπη αναφέρουν 4 εκατομμύρια θανάτους από καρδιαγγειακά νοσήματα, εκ των οποίων πάνω από 1.500.000 είναι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο αριθμός αυτός ισοδυναμεί σχεδόν με το ήμισυ όλων των θανάτων στα κράτη της Ευρώπης (48%) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (41%). Στην Ελλάδα εκτιμήθηκε ότι οι αντίστοιχοι θάνατοι είναι 110 ανά 100.000 άτομα και ως προς το φύλο, οι άνδρες φαίνονται πιο ευάλωτοι σε αυτήν .
Μέτρα πρόληψης:
1. Διακοπή καπνίσματος. Το κάπνισμα υπερδιπλασιάζει τις πιθανότητες για εκδήλωση της στεφανιαίας νόσου και καθιστά τους καπνιστές 6 φορές πιο επιρρεπείς στα εμφράγματα του μυοκαρδίου.
Χρήση καπνού και παθητικό κάπνισμα
Στις ΗΠΑ 440.000 θάνατοι ετησίως αποδίδονται στο κάπνισμα. Το οικονομικό κόστος εκτιμάται σε περισσότερο από 75 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για άμεσα ιατρικά έξοδα και σε επιπλέον 50 δισεκατομμύρια δολάρια για έμμεσα έξοδα. Το κόστος όσον αφορά στη χαμένη υγεία και στην ανθρώπινη οδύνη είναι ανυπολόγιστο. Τα στοιχεία που συνδέουν το κάπνισμα με τις ασθένειες είναι αδιάσειστα. Το κάπνισμα του τσιγάρου αποτελεί τον κύριο αιτιολογικό παράγοντα του καρκίνου του πνεύμονα, συνδέεται με τις οξείες και χρόνιες πνευμονοπάθειες και συσχετίζεται με τον αιφνίδιο θάνατο, το έμφραγμα του μυοκαρδίου και το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Πρόσφατα έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην έκθεση των μη καπνιστών στο παθητικό κάπνισμα, στο σπίτι, στο χώρο εργασίας και στους δημόσιους χώρους. 35.000-40.000 θάνατοι ανά έτος από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου αποδίδονται στο παθητικό κάπνισμα. Οι αριθμοί αυτοί είναι πολύ μεγαλύτεροι από εκείνους για τον καρκίνο του πνεύμονα γεγονός που υποστηρίζει ότι οι προσπάθειες για τη μείωση της έκθεσης των μη καπνιστών στον καπνό του τσιγάρου θα πρέπει να αποκτήσουν υψηλή προτεραιότητα.
2. Σωστή διατροφή με λίγα λιπαρά, κυρίως αποφυγή κοσρεσμένων λιπαρών (κόκκινα κρέατα). Όσο αυξάνεται άνω του φυσιολογικού η χοληστερίνη στο αίμα, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης στεφανιαίας νόσου. Το πρώτο βήμα για τον έλεγχο της χοληστερίνης είναι η κατανάλωση τροφίμων χαμηλών λιπαρών.
Στο γενικό πληθυσμό, επιθυμητά επίπεδα θεωρούνται για την LDL ή κακή χοληστερόλη κάτω των 100 mg/dL, για την HDL ή καλή χοληστερόλη μεγαλύτερα των 60 mg/dL, και επίπεδα τριγλυκεριδίων χαμηλότερα των 150 mg/dL.
Τα υγειονοδιαιτητικά μέτρα για άτομα με δυσλιπιδαιμία περιλαμβάνουν δίαιτα αυξημένης κατανάλωσης τροφίμων πλούσιων σε φυτικές ίνες και μονοακόρεστα λιπαρά με παράλληλη μείωση άλλων πηγών λιπών, και φυσική δραστηριότητα τις περισσότερες μέρες της εβδομάδος.
Οι στατίνες παραμένουν η πρωτογενής φαρμακολογική προσέγγιση για τη μείωση των επιπέδων της LDL ή κακής χοληστερόλης.
3. Έλεγχος αρτηριακής πίεσης. Όπως και με την χοληστερίνη, όσο υψηλότερη
είναι η αρτηριακή πίεση τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες εκδήλωσης της στεφανιαίας νόσου.
Οι κλινικές μελέτες έχουν δείξει ότι η ελάττωση της αρτηριακής πίεσης μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο καρδιαγγειακού επεισοδίου και νεφρικής νόσου τελικού σταδίου. Η πιο αποτελεσματική αρχική αντιμετώπιση φαίνεται ότι είναι η μικρή δόση διουρητικών. Οι προτεινόμενοι στόχοι αρτηριακής πίεσης κατά τη διάρκεια της θεραπείας είναι τιμές μικρότερες από 140/90 mm Hg για ασθενείς με υπέρταση χωρίς επιπλοκές και μικρότερες από 130/80 mm Hg για τους διαβητικούς και τους ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια.
Η επίτευξη και διατήρηση καλού ελέγχου της αρτηριακής πίεσης είναι μία χρόνια, κλινική πρόκληση που απαιτεί τη συνεργασία ασθενούς, ιατρού και την παρουσία ενός καλού υγειονομικού σχεδιασμού.
• Τακτική άσκηση. Μειώνει τον κίνδυνο για έμφραγμα του μυοκαρδίου από 33–50%.
• Ελάττωση στρες με ασκήσεις χαλάρωσης και αποφυγή στρεσογόνων παραγόντων.
4. Έλεγχος βάρους. Η παχυσαρκία εκτός από σωρεία άλλων προβλημάτων, σας καθιστά ευάλωτο απέναντι και στην στεφανιαία νόσο.
Καμία συγκεκριμένη δίαιτα δεν έχει αποδειχτεί ότι είναι πιο αποτελεσματική από άλλες στην προώθηση της απώλειας βάρους, παρόλο που οι δίαιτες που βασίζονται στα ψάρια μπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη της στεφανιαίας νόσου. Δυστυχώς, επειδή τα ποσοστά υποτροπής είναι τόσο υψηλά μετά από τις αρχικές περιόδους επιτυχίας, ιδιαίτερα εάν η αρχική απώλεια βάρους συμβεί γρήγορα, για να υπάρξει κάποια πιθανότητα μονιμότητας θα πρέπει να δίνεται έμφαση σε μεταβολές του τρόπου διαβίωσης, που να είναι αποδεκτές σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Η χειρουργική της παχυσαρκίας , είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στους νοσηρά παχύσαρκους ασθενείς, και οδηγεί στη μακροχρόνια απώλεια βάρους και στη θεραπεία της υπέρτασης, του διαβήτη, της άπνοιας στη διάρκεια του ύπνου και της δυσλιπιδαιμίας.
5. Έλεγχος για διαβήτη.
Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι 17 εκατομμύρια άτομα έχουν διαβήτη, από τα οποία περίπου το 95% έχει διαβήτη τύπου 2, ενώ υπολογίζεται ότι το ένα τρίτο των περιπτώσεων διαβήτη τύπου 2 (περίπου 5-6 εκατομμύρια) δεν είναι διαγνωσμένες και δεν αντιμετωπίζονται. Μελέτες που διεξήχθησαν στο γενικό πληθυσμό δείχνουν ότι ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 προκαλεί περίπου διπλάσια αύξηση στον κίνδυνο για στεφανιαία νόσο στους άνδρες και τριπλάσια αύξηση του κινδύνου στις γυναίκες.
Ποσοστό 30% του ενήλικου πληθυσμού της Ελλάδος έχει το λεγόμενο μεταβολικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από κοιλιακή (κεντρικού τύπου) παχυσαρκία, δυσλιπιδαιμία, αυξημένη αρτηριακή πίεση και αντίσταση στην ινσουλίνη. Τα άτομα με μεταβολικό σύνδρομο διατρέχουν επίσης υψηλό κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου.
• Λήψη ασπιρίνης. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η κατάποση μιας ασπιρίνης μέρα παρά μέρα σε άτομα άνω των 50 ετών μειώνει τις πιθανότητες ανάπτυξης στεφανιαίας νόσου. Επειδή όμως μπορεί να σημειωθούν και παρενέργειες, καλό είναι, αυτή η απόφαση, να ληφθεί μαζί με τον γιατρό σας.
• Μείωση κατανάλωσης αλκοόλ. Το παράδοξο με την κατανάλωση αλκοόλ είναι πως ενώ η μέτρια κατανάλωση μειώνει τις πιθανότητες καρδιακών παθήσεων, εν τούτοις η καθημερινή κατανάλωση παραπάνω από 2 ποτά συντελεί στην αύξηση του κινδύνου του μαστού για γυναίκες.
• Έλεγχος επιπέδων τριγλυκεριδίων. Επιτυγχάνεται με εξέταση αίματος.
• Αποφυγή λοιμώξεων. Έχει παρατηρηθεί ότι ο ιός που ευθύνεται για τηνπνευμονία, Chlamydia pneumoniae, μπορεί να προκαλέσει λοίμωξη της επένδυσης των αρτηριών.