Πυρετός συσκέψεων επικρατεί στα επιστημονικά επιτελεία των υγειονομικών υπηρεσιών, όπου οργανώνονται προσεκτικά τα βήματα της επόμενης μέρας. Οι κρίσιμες αποφάσεις που θα οδηγήσουν την ελληνική κοινωνία στο ελεγχόμενο “άνοιγμα”, έχουν βάρος και ευθύνη. Οι αβεβαιότητες και το ρίσκο περιορίζονται σε σημαντικό βαθμό από τα μαθηματικά μοντέλα, που σταθεροποιούν τα βήματα της άρσης του lockdown.
Κατά τη χθεσινή κρίσιμη σύσκεψη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων συστήθηκε η Στρατηγική της Επιδημιολογικής Επιτήρησης. Η συνεδρίαση ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με την ανάλυση των μαθηματικών στοιχείων ελέγχου της επιδημίας.
Άρση lockdown: Πως θα μας προφυλάξουν από λάθη τα μαθηματικά “εργαλεία”
Όσο θα ανοίγει η χώρα και τα μέτρα θα χαλαρώνουν, τόσο θα υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες διασποράς του ιού και κίνδυνος για επάνοδο της επιδημίας. Τον πρώτο λόγο έχουν οι στατιστικολόγοι. Η αξιοπιστία των επιδημικών μοντέλων που έχουν αναπτύξει δίνουν αισιοδοξία στους επιστήμονες ότι θα προχωρήσουμε με ασφάλεια.
“Ορο-επιδημιολογικές μελέτες, θα δείχνουν τυχόν παρουσία του ιού σε περισσότερο και σε μεγαλύτερο βαθμό σε κάποια από τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας”, τόνισε ο Σωτήρης Τσιόδρας και πρόσθεσε ότι θα υπάρξουν «μικρές φωτιές» που σιγοκαίνε, αλλά θα παίρνουμε άμεσα μέτρα.
Συγκεκριμένα:
- Υπάρχουν έτοιμες μαθηματικές προβλέψεις για το πως θα κινηθεί η καμπύλη της επιδημίας μετά την άρση κάθε μέτρου.
- Κάθε άρση μέτρου θα ελέγχεται άμεσα ως προς την επίπτωσή του στην επιδημία, ανά 7 ή 15 μέρες (κάποιοι λένε ότι χρειάζονται και 21 ημέρες) “Όσο περισσότερη ακρίβεια έχεις στα δεδομένα σου και όσο περισσότερο καλή καταγραφή της πορείας της επιδημίας στη χώρα έχεις, τόσο μπορείς να μειώνεις αυτό το διάστημα και να το φτάνεις και στις 7 ημέρες”, ανέφερε ο Σωτήρης Τσιόδρας
- Ο έλεγχος της επιδημίας θα είναι εφικτός με τη συνεργασία μαθηματικών, επιδημιολόγων και κλινικών γιατρών (για τον έλεγχο της αντοχής του συστήματος υγείας), και θα γίνεται με δύο τρόπους:
- με μαζικά τεστ στον πληθυσμό (μπορεί να απαιτηθεί συνδυασμός μοριακών τεστ και τεστ αντισωμάτων για μεγαλύτερη ασφάλεια)
- με την παρακολούθηση για τυχόν αύξηση στους δείκτες νοσηλείας, εισαγωγών στις ΜΕΘ ή στους θανάτους
Ο έλεγχος της επιδημίας μπορεί να φέρει την επιστροφή κάποιων μέτρων περιορισμού αν φανεί ότι η επιδημία “ξεφεύγει”. Δεν αποκλείονται τοπικές “αναζωπυρώσεις” του ιού και καραντίνες περιοχών με γεωγραφικά κριτήρια, ή σε κλειστές δομές, π.χ. Δομές Μεταναστών ή Προνοιακές Δομές.
Μπορούμε όμως να αντεπεξέλθουμε σ’ αυτήν την πρόκληση, γιατί έχουμε πλέον εμπειρία, δήλωσε ο καθηγητής, Σωτήρης Τσιόδρας: “Πιστεύω ότι θα είμαστε έτοιμοι να αντιδράσουμε. Μαζέψαμε πάρα πολλή εμπειρία από αυτή την πρώτη φάση και πολύ περισσότερη ετοιμότητα σαν σύστημα υγείας, σαν Πολιτεία, σαν ηγεσία, να ανταποκριθούμε στις αυξημένες απαιτήσεις που έχουν τέτοιες τοπικές επιδημίες με αυτό το νέο ιό”.
Από δύο διαφορετικές μαθηματικές εκτιμήσεις, επιβεβαιώθηκε ότι με τα μέτρα που λάβαμε καταφέραμε να μειώσουμε τη νόσο κατά 80%, αλλά και να σταθεροποιήσουμε το R0 πολύ κάτω από το 1 στην ελληνική επιδημία. Το τελευταίο σημαίνει ότι, ένας θετικός ασθενής μεταφέρει τη νόσο σε λιγότερο από έναν άνθρωπο.
“Αυτό το R0 είναι κάτω από 0,5, που δείχνει ότι με 7 προσβληθέντες χθες και μηδέν νεκρούς, πάμε πολύ καλά. Ο κυρίαρχος προβληματισμός είναι ότι θέλουμε και μερικά δεδομένα ακόμα που έχουμε ζητήσει και δεν τα έχουμε. Σε καμιά εβδομάδα θα ξέρουμε. Οι δομές, όπως το Κρανίδι δεν μας ανησυχούν αυτή τη στιγμή, γιατί οι άνθρωποι αυτοί είναι κλειστοί πληθυσμοί. Μας απασχολούν τα τυχαία κρούσματα και από που άρπαξαν τη νόσο”, αναφέρει η καθηγήτρια κα. Γιαμαρέλλου.
Οι προβληματισμοί για το άνοιγμα των σχολείων
Φόβους εκφράζουν ορισμένοι επιστήμονες της Επιτροπής για το άνοιγμα των σχολείων και μήπως αυτό πυροδοτήσει απότομη αύξηση των κρουσμάτων του ιού. Η ανησυχία τους εστιάζεται ιδιαίτερα στα Δημοτικά σχολεία και στα μικρότερα παιδιά που δεν τηρούν τα μέτρα υγιεινής και απόστασης, αλλά και αποτελούν σε μεγάλο ποσοστό τους “ασυμπτωματικούς φορείς”. Αυτούς που δεν νοσούν με σοβαρά συμπτώματα μεν, αλλά μπορεί να μεταδώσουν αθόρυβα τη νόσο στους γονείς, τους παππούδες ή τους ευπαθείς συγγενείς τους.
Ο Σωτήρης Τσιόδρας ήταν καθησυχαστικός και φάνηκε ότι υποστηρίζει με τις εισηγήσεις του το άνοιγμα των σχολείων:
“Είναι σαφές σε εμένα ότι τα παιδιά κινδυνεύουν λιγότερο. Τα μικρά παιδιά κινδυνεύουν ακόμα λιγότερο. Ο ρόλος τους στη διασπορά και στη μετάδοση της νόσου δεν φαίνεται να είναι πολύ μεγάλος από διεθνείς μελέτες. Εγώ έχω τη συγκεκριμένη τοποθέτηση ότι η κοινωνία κάποια στιγμή πρέπει να ανοίξει και θα ανοίξει από τις λιγότερο ευπαθείς ομάδες, όπως είναι τα παιδιά. Παρ’ όλα αυτά είμαι μέλος μιας Επιτροπής, το συζητούμε”.
Στο 80% της μείωσης της επιδημίας με τα μέτρα απομόνωσης που πήραμε, το ποσοστό που αναλογεί στο μέτρο του κλεισίματος των σχολείων είναι το 15 έως 20%, ανέφεραν οι στατιστικολόγοι, οι οποίοι αναμένεται τις επόμενες μέρες να αναπτύξουν ένα νέο μαθηματικό εργαλείο το οποίο θα αποδεικνύει με νούμερα, εάν και το πως η επαναλειτουργία των σχολείων θα επηρεάσει την επιδημική καμπύλη. Τις επόμενες 48 ώρες θα ληφθούν οι κρίσιμες αποφάσεις για τα σχολεία.
Πονοκέφαλο, ωστόσο, προκαλεί στους επιστήμονες το θέμα των ευπαθών ομάδων και ηλικιωμένων που συμβιώνουν σε σπίτια με παιδιά. Γι’ αυτές τις περιπτώσεις συζητείται -εάν δεν υπάρχει δυνατότητα μετακίνησης των ευπαθών μελών της οικογένειας σε πιο ασφαλές περιβάλλον- τα παιδιά αυτών των οικογενειών να μην επιστρέψουν στο σχολείο, αλλά να τους δίνεται η δυναντότητα παρακολούθησης των μαθημάτων με τον τρόπο που γινόταν ως τώρα.
Το άνοιγμα των σχολείων, ωστόσο, συνοδεύεται από ένα σημαντικό οικονομικό όφελος για κάποιες νέες οικογένειες, ανθρώπους που έχουν τις δουλειές τους και οι οποίοι έμειναν σπίτι για να προσέχουν τα παιδιά τους.
“Εμάς σαν επιστήμονες, μας ενδιαφέρει η Δημόσια Υγεία. Για τα οικονομικά μεγέθη και τις επιπτώσεις της άρσης ή της χαλάρωσης ή της τοποθέτησης νέων περιοριστικών μέτρων, τοποθετούνται άλλες ομάδες”, ξεκαθάρισε ο Σωτήρης Τσιόδρας.
Μάσκες και κανόνες υγιεινής
Τα ειδικά κριτήρια με τα οποία θα μπορούσε να γίνει το άνοιγμα των σχολείων αναφέρονται στην αυστηρή τήρηση των μέτρων υγιεινής, αλλά και σε αυστηρούς κανόνες λειτουργίας του σχολείου, π.χ. στο διάλειμμα να μπαίνουν και να βγαίνουν από διαφορετικές πόρτες.
Τα μέτρα υγιεινής έχουν αρχίσει να γίνονται συνείδηση και στα μικρά παιδιά, ανέφερε ο καθηγητής:
“Ήταν ένα από τα κύρια οφέλη που πήραμε σαν κοινωνία, που πήραμε σαν οικογένεια, που πήραμε στην καθημερινότητά μας, η χρήση των μέτρων υγιεινής. Πιστέψτε με, το θέμα των σχολείων μας απασχολεί πολύ. Αν αποφασιστεί, δεν θα αποφασιστεί ελαφρά τη καρδία ή χωρίς κανόνες. Και οι κανόνες θα είναι πολύ προσεκτικοί και θα αφορούν φυσικά και τα μέτρα υγιεινής και σε αυτούς τους χώρους και στους χώρους εργασίας και στα σχολεία”.
Η σύσταση της χρήσης υφασμάτινων μασκών από τον γενικό πληθυσμό και από ειδικούς πληθυσμούς σε κλειστούς χώρους, είναι ένα ακόμη “όπλο” για την επάνοδό μας στην καθημερινότητα, που αποφασίστηκε στη συνεδρίαση της επιστημονικής επιτροπής. Η μάσκα θα χρησιμοποιηθεί, σύμφωνα με τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων CDC, σαν ένα επιπρόσθετο μέτρο για να καλυφθεί η πιθανή περίπτωση μεταφοράς του ιού, από κάποιον ο οποίος είναι ασυμπτωματικός σε έναν άλλο, σε έναν κλειστό χώρο.
Ωστόσο, αυτή θα πρέπει να γίνεται “με ειδική αναγνώριση των κινδύνων και της ψευδαίσθησης ασφάλειας που μπορεί να προκύψει”, όπως τόνισε ο Σωτήρης Τσιόδρας και για τον λόγο αυτό θα υπάρξει τις επόμενες ημέρες ειδική εκπαίδευση και οδηγίες από τον ΕΟΔΥ για την ορθή χρήση τους.
“Είναι αδύνατον να διανοηθώ -και το λέει και το ευρωπαϊκό CDC- να χρησιμοποιεί κανείς μάσκα χωρίς να έχει βάλει πρώτα αντισηπτικό στα χέρια του. Ή να την βγάζει χωρίς να έχει βάλει πρώτα αντισηπτικό στα χέρια του, να έχει πλύνει καθαρά τα χέρια του. Γιατί η επαφή με το πρόσωπο είναι κύριο μήνυμα, το οποίο μπορεί πάρα πολύ εύκολα να αλλάξει όταν χρησιμοποιεί κανείς μία υφασμάτινη μάσκα με λάθος τρόπο. Άρα θέλει πάρα πολλή προσοχή”.
Εκτός από τα μέτρα τήρησης της απόστασης μεταξύ μας, θα χρειαστεί όλοι μας να έχουμε στην τσέπη μας ένα αντισηπτικό μαντηλάκι, ένα αντισηπτικό υγρό και να πλένουμε πολύ καθαρά τα χέρια μας. Είναι αδύνατον να μην εκτεθούμε στον ιό. Θα πρέπει να απομονωθούμε και να μην έχουμε καμία επαφή με τον έξω κόσμο, ανέφερε ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας:
“Είναι αδύνατον να μείνεις περιορισμένος και κλεισμένος και να περιμένεις το πότε θα φτιαχτεί ένα εμβόλιο, το οποίο μπορεί να μην είναι και ποτέ αποτελεσματικό”, κατέληξε.