Οι περισσότεροι άνθρωποι με τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός, αναπτύσσουν αντισώματα εναντίον του και έτσι ανοσία. Δεν έχει, όμως, εξακριβωθεί η διάρκεια αυτής της ανοσίας, δηλαδή ο χρόνος ζωής των αντισωμάτων.
Τώρα, μια νέα μελέτη δείχνει πως όσοι εκδηλώνουν την COVID-19 διαθέτουν εξουδετερωτικά αντισώματα στον οργανισμό τους επί τουλάχιστον 1 έτος μετά τη λοίμωξη. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει για όλους όσους μολύνονται από τον κορωνοϊό. Ούτε για όλα τα στελέχη που έχει δημιουργήσει ο κορωνοϊός.
Στη μελέτη εξετάστηκαν δείγματα αίματος από 367 αναρρώσαντες, οι οποίοι είχαν μολυνθεί από τον αρχικό κορωνοϊό. Εξετάστηκαν επίσης δείγματα από υποομάδα 78 εθελοντών οι οποίοι είχαν μολυνθεί από κάποιο από τα στελέχη που αργότερα δημιούργησε ο αρχικός κορωνοϊός. Τα στελέχη ήταν τα Άλφα, Βήτα και Δέλτα (είναι γνωστά ως στελέχη ανησυχίας – variants of concern ή VOCs).
Οι εξετάσεις στους εθελοντές έγιναν 8 και 13 μήνες μετά τη διάγνωση της COVID. Με αυτές μετρήθηκαν τα επίπεδα (τίτλοι) των αντισωμάτων IgG εναντίον:
- Της πρωτεΐνης-ακίδας του κορωνοϊού (S-IgG). Την πρωτεΐνη αυτή χρησιμοποιεί ο κορωνοϊός για να προσκολληθεί στα ανθρώπινα κύτταρα. Αυτό είναι απαραίτητο για να μπορέσει να εισβάλλει στο εσωτερικό τους.
- Της νουκλεοπρωτεΐνης Ν του κορωνοϊού (Ν-IgG). Η πρωτεΐνη αυτή παίζει σημαντικό ρόλο στον πολλαπλασιασμό του ιού.
Προσδιορίστηκε επίσης το ποσοστό των ατόμων που διέθεταν εξουδετερωτικά αντισώματα (NAb). Τα αντισώματα αυτά καταστρέφουν (εξουδετερώνουν) τον ιό.
Η νέα μελέτη δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση European Journal of Immunology. Τα ευρήματά της συνόψισαν οι ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής του ΕΚΠΑ Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ).
Τα ευρήματα
Όπως διαπιστώθηκε, ο αρχικός κορωνοϊός (ο «άγριος τύπος», όπως τον αποκαλούν οι επιστήμονες) προκαλούσε για πολύ καιρό εξουδετερωτικά αντισώματα. Στην πραγματικότητα, εξουδετερωτικά αντισώματα (Nab) ανιχνεύθηκαν στο 89% των αναρρωσάντων 13 μήνες μετά την αρχική διάγνωση της COVID.
Επιπλέον, το 97% αυτών των αναρρωσάντων είχαν και αντισώματα έναντι της πρωτεΐνης–ακίδας (S-IgG). Ωστόσο, μόλις το 36% είχαν ακόμα αντισώματα έναντι της νουκλεοπρωτεΐνης Ν (Ν-IgG).
Στους αναρρώσαντες που είχε νοσήσει ο αρχικός κορωνοϊός, τα επίπεδα των αντισωμάτων μειώνονταν με την πάροδο του χρόνου. Ειδικότερα, μεταξύ 8 και 13 μηνών από την αρχική διάγνωση μειώθηκαν:
- Τα αντισώματα S-IgG: κατά λιγότερο από το ένα τρίτο
- Τα αντισώματα Ν-IgG: κατά τα δύο τρίτα
Η βαρύτητα της COVID και τα στελέχη
Η μελέτη έδειξε ακόμα ότι η βαρύτητας της αρχικής λοίμωξης έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ανοσία που είχαν οι εθελοντές. Όσο πιο βαριά είχε αρρωστήσει ο κορωνοϊός τους εθελοντές, τόσο υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων είχαν. Αυτό ίσχυε και για τα εξουδετερωτικά αντισώματα.
Επομένως, οι εθελοντές με σοβαρή μορφή της COVID είχαν για περισσότερο καιρό ανοσία.
Τα αντίστοιχα δεδομένα για τα στελέχη που δημιούργησε ο αρχικός κορωνοϊός, δεν είναι τόσο ευοίωνα. Η μελέτη έδειξε ότι τα επίπεδα (τίτλοι) των εξουδετερωτικών αντισωμάτων εναντίον των στελεχών Άλφα, Βήτα και Δέλτα ήταν μειωμένα.
Αυτό ίσχυε ιδιαιτέρως για όσους είχαν εκδηλώσει ήπια μορφή της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός. Το εύρημα αυτό υποδηλώνει «μειωμένη προστασία έναντι των VOCs», σημειώνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.
«Συμπερασματικά, τα εξουδετερωτικά αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2 ανιχνεύονται για τουλάχιστον 1 έτος μετά τη λοίμωξη COVID-19 στους ανθρώπους», σημειώνουν οι ειδικοί του ΕΚΠΑ.