Οι γυναίκες που είχαν κάποια σημαντική επιπλοκή στη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους, όπως πρόωρο τοκετό, διαβήτη κύησης ή προεκλαμψία (υπέρταση κύησης και λευκωματουρία), εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο ισχαιμικής νόσου έως και 46 χρόνια μετά τη γέννα, δείχνει μια νέα αμερικανο-σουηδική επιστημονική μελέτη.
Όλες οι σοβαρές επιπλοκές της κύησης πρέπει να αναγνωρισθούν πλέον ως παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου στη διάρκεια σχεδόν όλης της ζωής, σύμφωνα με την έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή επιδημιολογίας Κέισι Κραμπ της Ιατρικής Σχολής του Όρους Σινά στη Νέα Υόρκη, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal (BMJ), ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 2,2 εκατομμύρια γυναίκες, με μέση ηλικία 27 ετών, χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου. Στη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών (κατά μέσο όρο 25 χρόνια, μέγιστο διάστημα τα 46) συσχετίστηκαν οι επιπλοκές κατά την κύηση με την κατοπινή εμφάνιση ισχαιμικής νόσου. Συνολικά σχεδόν 84.000 γυναίκες (το 3,8%) διαγνώστηκαν με ισχαιμική νόσο σε μέση ηλικία 58 ετών.
Διαπιστώθηκε ότι όσες είχαν κάποια επιπλοκή στην εγκυμοσύνη, είχαν στη συνέχεια αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο σε βάθος χρόνου.
Για παράδειγμα, δέκα χρόνια μετά τη γέννα, η πιθανότητα ισχαιμικής νόσου ήταν διπλάσια στις γυναίκες με υπερτασική διαταραχή κατά την κύηση, 1,7 φορές μεγαλύτερη σε όσες είχαν γεννήσει πρόωρα (πριν την 37η εβδομάδα), 1,5 φορές μεγαλύτερη για όσες είχαν προεκλαμψία, 1,3 φορές μεγαλύτερη για εκείνες με διαβήτη κύησης και 1,1 φορές για όσες είχαν γεννήσει λιποβαρές μωρό.
Οι έγκυες γυναίκες που εμφάνισαν ταυτόχρονα πάνω από μία σοβαρές επιπλοκές, είχαν αντίστοιχα και μεγαλύτερο ισχαιμικό κίνδυνο αργότερα στη ζωή τους.
Σε μεγάλο βάθος χρόνου (30 έως 46 χρόνια μετά τη γέννα), ο κίνδυνος είχε μειωθεί, αλλά παρόλα αυτά παρέμενε αυξημένος, κατά 1,1 έως 1,5 φορές.
Η ισχαιμική νόσος προκαλείται από τη στένωση ή το φράξιμο των αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν την καρδιά και αποτελεί βασική αιτία θανάτου των γυναικών παγκοσμίως. Σχεδόν μία στις τρεις έγκυες εμφανίζουν κάποια επιπλοκή, πράγμα που αυξάνει τον κίνδυνο τους για μελλοντικά προβλήματα με την καρδιά τους, γι’ αυτό πρέπει έγκαιρα να συμβουλεύονται γιατρό.