ΟΥΡΗΘΡΙΤΙΔΑ
Η ουρηθρίτιδα είναι η φλεγμονή της ουρήθρας που προκαλείται συνήθως με σεξουαλική μετάδοση και οι πιο συνηθισμένοι αιτιολογικοί παράγοντες είναι τα χλαμύδια, το ουρεόπλασμα, η ναϊσέρια της γονόρροιας και η τριχομονάδα του κόλπου.
Η δυσουρία είναι γενικά το μοναδικό σύμπτωμα. Η ουρηθρίτιδα στους άνδρες εμφανίζεται συνήθως ως επιπλοκή και με μικρόβια από την ουρήθρα και τον προστάτη.
Τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της πάθησης είναι ο υπερηβικός πόνος τόσο πριν όσο και μετά την ούρηση, έντονη επιτακτικότητα για ούρηση με μικρό όγκο ούρων και πιθανά μακροσκοπική ή μικροσκοπική αιματουρία.
Η θεραπεία γίνεται με χορήγηση αντιβιοτικών
ΣΤΕΝΩΜΑΤΑ ΟΥΡΗΘΡΑΣ
Η ουρήθρα είναι ο σωλήνας από τον οποίο βγαίνουν τα ούρα από την κύστη όπως επίσης και το σπέρμα .
Τα στενώματα ουρήθρας μπορεί να είναι εκ γενετής ή να προκληθούν απο:
• Τραυματισμούς και βλάβες στην ουρήθρα
• Λοίμωξη της ουρήθρας (ουρηθρίτιδα) που προκαλείται απο σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα όπως είναι η βλεννόρροια (γονόρροια) και τα χλαμύδια αλλά και από παρατεταμένη παραμονή ουροκαθετήρα
Όταν υπάρχουν στενώματα στην ουρήθρα ,ο άνδρας έχει μειωμένη ροή ούρων, δυσκολία στην ούρηση, ούρηση με μορφή ψεκασμού, εμφάνιση σταγόνων ούρων στο τέλος της ούρησης ,τσούξιμο και ήπιο πόνο κατά την ούρηση και συχνοουρία. Συχνά προκαλούνται ουρολοιμώξεις και λοιμώξεις του προστάτη και των νεφρών λόγω των στενωμάτων ουρήθρας, αφού δεν αδειάζει εντελώς η κύστη από τα ούρα και έτσι να δημιουργούνται μικρόβια.
Η διάγνωση τους γίνεται με την ουρορομετρία όπου γίνεται μέτρηση της ποσότητας ούρων ανά δευτερόλεπτο με ουρηθροκυστεογραφία ,που διαπιστώνεται ακτινοσκοπικά η θέση και το μήκος του στενώματος και με ουρηθροκυστεοσκόπηση.
Θεραπευτικά αντιμετωπίζονται —ενδοσκοπικά με οπτική ουρηθροτομή και ουρηθρικές ενδοπροθέσεις
-με διαστολές στενώματος
-και τέλος με ουρηθροπλαστική
ΑΚΡΑΤΕΙΑ ΟΥΡΩΝ
Η ακράτεια στους άνδρες οφείλεται σε διαφορετικά αίτια από ότι στις γυναίκες και τις περισσότερες φορές είναι αποτέλεσμα επέμβασης στον προστάτη και σε ανοικτή και σε διουρηθρική εκτομή της υπερπλασίας του αδένα αλλά κυρίως μετά από ριζική προστατεκτομή
ΕΠΙΣΠΑΔΙΑΣ-ΥΠΟΣΠΑΔΙΑΣ
Είναι συγγενείς παθήσεις όπου η ουρήθρα δεν καταλήγει στην βάλανο αλλα πιο κάτω η πιο πάνω από την βάλανο στην ραχιαία επιφάνεια του πέους.
Περισσότερο συχνός είναι ο υποσπαδίας και αντιμετωπίζεται συνήθως χειρουργικά με διάφορες τεχνικές ανάλογα με το ύψος της εκβολής της ουρήθρας.
Ως υποσπαδίας χαρακτηρίζεται όταν το έξω στόμιο της ουρήθρας δεν εκβάλλει φυσιολογικά στην κορυφή της βαλάνου, αλλά σε κάποιο σημείο της κάτω επιφάνειας του πέους. Μπορεί να συνυπάρχει στένωση του έξω στομίου της ουρήθρας καθώς και πεϊκή κάμψη.
Η συχνότητά του ανέρχεται στα νεογέννητα περίπου στο 0,5%.
Ως επισπαδίας χαρακτηρίζεται η συγγενής ανωμαλία κατά την οποία το έξω στόμιο της ουρήθρας εκβάλλει στη ραχιαία επιφάνεια του πέους.
Η συχνότητα είναι πολύ μικρή και είναι πολύ πιο σπάνιος από τον υποσπαδία.
Το πέος είναι ικανό για στύση, όμως υπάρχουν δυσκολίες κατά τη σεξουαλική επαφή λόγω της πεϊκής κάμψης που συνυπάρχει.
Η θεραπεία τόσο του υποσπαδία όσο και του επισπαδία , είναι χειρουργική και γίνεται τόσο για την βελτίωση της αισθητικής εικόνας αλλά κυρίως για ευθειασμό του πέους για την πραγματοποίηση της φυσιολογικής σεξουαλικής λειτουργίας και για την αποκατάσταση της φυσιολογικής ροής των ούρων.