Η διάμεση κυστίτιδα είναι μια χρόνια πάθηση της ουροδόχου κύστης, άγνωστης αιτιολογίας που χαρακτηρίζεται από βασανιστικά συμπτώματα, όπως είναι η συχνουρία, νυκτουρία, επιθυμία για ούρηση, αίσθημα βάρους χαμηλά στην κοιλιά, και σε καποιες γυναικες προκαλει πόνο και κατά την σεξουαλική επαφή κυρίως όμως προκαλεί πόνο που εντοπίζεται υπερηβικά ή στη περιοχή της πυέλου ή στο περίνεο και εμφανίζεται με την πλήρωση της κύστης και ανακουφίζεται με την ούρηση.
Το κύριο χαρακτηριστικό της διάμεσης κυστίτιδας είναι ότι εμφανίζει περιόδους εξάρσεων και υφέσεων.
Μπορεί να εμφανιστεί σε γυναίκες με αλλεργίες σε φάρμακα και τροφές σε ποσοστό πάνω από 50% και σε γυναίκες με ευερέθιστο έντερο σε ποσοστό πάνω από 30%. Επίσης μπορεί να συνυπάρχει με ημικρανία, αυτοάνοσα νοσήματα και ενδομητρίωση.
Εμφανίζεται με δύο μορφές, την ελκωτική και τη μη ελκωτική. Η πρώτη εμφανίζεται σε γυναίκες μέσης ή μεγαλύτερης ηλικίας με παρουσία των χαρακτηριστικών ελκών του Hunner και πετεχειών στο βλεννογόνο της ουροδόχου κύστης και αποτελεί μόνο το 5-10 % των περιπτώσεων. Στην μη ελκωτική μορφή που είναι και η συχνότερη (90%) δεν ανευρίσκονται τα χαρακτηριστικα έλκη.
Επειδή όμως το αίτιο της διάμεσης κυστίτιδας δεν είναι γνωστό, η θεραπεία είναι κατά κύριο λόγο εμπειρική. Στις περισσότερες γυναίκες επιτυγχάνεται βελτίωση και ανακούφιση των συμπτωμάτων τους αν και ποτέ δεν εξαλείφονται πλήρως ή μόνιμα. Τα συμπτώματα επίσης επιδεινώνονται μετά τη λήψη κάποιων τροφών. Τα τρόφιμα που συνιστάται να αποφεύγουν οι γυναίκες με διάμεση κυστίτιδα είναι το αλκοόλ, τα ανθρακούχα αναψυκτικά, ο καφές και το τσάι, το γιαούρτι και το τυρί, η σοκολάτα, το ξίδι. Η φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει φάρμακα από το στόμα και άλλα που εγχύονται μέσα στην ουροδόχο κύστη.