Έχετε ποτέ δυσανασχετήσει με τον εγκέφαλό σας; Ίσως όταν έχετε προσπαθήσει να κάνετε ορισμένους (απλούς) μαθηματικούς υπολογισμούς με το μυαλό σας. Ίσως όταν έχετε προσπαθήσει να συμπληρώσετε κάποιο απαιτητικό σταυρόλεξο ή όταν επιχειρείτε να μάθετε μια ξένη γλώσσα. Σε πολλές περιπτώσεις ο ανθρώπινος εγκέφαλος μας φαίνεται αργός, προβληματικός και με μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Ενδεχομένως κάποιοι από εμάς να έχουμε ζηλέψει τη φαινομενική αποτελεσματικότητα και ταχύτητα των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Μηχανήματα τα οποία μπορούν και εκτελούν απίστευτα περίπλοκους υπολογισμούς σε κλάσματα του δευτερολέπτου και πάνω στα οποία στηρίζεται ολόκληρος ο μοντέρνος πολιτισμός. Ο εγκέφαλός μας είναι στα αλήθεια τόσο ελλιπής σε σχέση με τους Η/Υ;
Η παραπάνω παράγραφος μάλλον αδικεί ένα από τα τελειότερα δημιουργήματα της εξέλιξης, τον εγκέφαλό μας. Πρώτα, πρώτα πρέπει να αποβάλουμε το μύθο της υποτιθέμενης υπέρμετρης “αποτελεσματικότητας” των Η/Υ. Φανταστείτε το έργο το οποίο έχει αναλάβει ο εγκέφαλος. Είναι υποχρεωμένος να ρυθμίζει σχεδόν όλες τις λειτουργίες του οργανισμού από την αναπνοή και τον καρδιακό ρυθμό μέχρι τις κινήσεις και την αισθητικότητα των ποδιών και των χεριών. Όλα αυτά τα διεκπεραιώνει με τη θερμοκρασία του σώματος να μην υπερβαίνει τους 37-38 βαθμούς Κελσίου. Αντιθέτως φανταστείτε ότι οποιοσδήποτε Η/Υ φτάνει θερμοκρασίες πολύ ψηλότερες με σαφώς λιγότερες λειτουργίες. Αυτή η υψηλή θερμοκρασία αντανακλά τη χαμηλή αποδοτικότητα, αποδεικνύοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας ενός Η/Υ μετατρέπεται σε μια μη αξιοποιήσιμη μορφή, τη θερμότητα. Στον αντίποδα ο εγκέφαλος αγγίζει τα όρια της θερμοδυναμικής τελειότητας αξιοποιώντας με το καλύτερο τρόπο κάθε θερμίδα ενέργειας.
Στο τελευταίο του βιβλίο ο νευροεπιστήμονας Read Montague μας εξηγεί από ένα νέο θεωρητικό πρίσμα τους λόγους που κάνουν τον ανθρώπινο εγκέφαλο (σχεδόν) τέλειο. Η βασική του θέση είναι ότι ο εγκέφαλος των ζώων διαφέρει σημαντικά από τους Η/Υ σε ένα κεντρικό σημείο. Οι ζωντανοί εγκέφαλοι μπορούν να αναγνωρίζουν τί είναι σημαντικό. Έχουν στόχους και αυτή η στοχευμένη συμπεριφορά τους δίνει τη δυνατότητα να παίρνουν αποφάσεις. Ο συγγραφέας προφανώς δεν αναφέρεται σε κάποια αόριστη μεταφυσική έννοια. Αντιθέτως υποστηρίζει με δεδομένα ότι οι εγκέφαλοι είναι ήδη προ-προγραμματισμένοι πριν από τη γέννηση ώστε να μπορούν να ξεχωρίζουν πράξεις που συμβάλλουν στην επιβίωση και τη διαιώνιση από εκείνες που δε στοχεύουν εκεί. Πώς όμως ξεχωρίζουν αυτές τις πράξεις;
Τις ξεχωρίζουν διότι ο εγκέφαλος δίνει μεγαλύτερη αξία σε κάποιους υπολογισμούς από ότι σε άλλους, κάτι το οποίο δεν κάνουν οι Η/Υ μέχρι τώρα. Δεν πρέπει να μας φαίνεται περίεργο ότι χρησιμοποιείται ο όρος “υπολογισμοί” για να περιγραφούν οι λειτουργίες του εγκεφάλου. Τόσο ο έμβιος εγκέφαλος όσο και οι Η/Υ χρησιμοποιούν αλγόριθμους με τη μόνη διαφορά να εντοπίζεται στο υλικό υπόστρωμα (νευρώνες αντί ηλεκτρονικών κυκλωμάτων). Μέσω της φυσικής επιλογής οι έμβιοι εγκέφαλοι έχουν σχεδιαστεί να ξεχωρίζουν τους “σημαντικούς” για τη ζωή υπολογισμούς από τους λιγότερο σημαντικούς. Είναι ακριβώς αυτή η ιδιότητα που εξηγεί π.χ. πως δεν ξεχνάμε να αναπνέουμε. Φανταστείτε να παίζατε μια παρτίδα σκάκι που απαιτεί μεγάλη συγκέντρωση και λόγο της υπερπροσπάθειας να μην αναπνέατε!
Το βιολογικό σύστημα το οποίο στηρίζει όλη αυτή τη λειτουργία της “αξιολόγησης” είναι το σύστημα της ντοπαμίνης. Οι διακυμάνσεις στη λειτουργία του συστήματος της ντοπαμίνης είναι εκείνες που μας καθοδηγούν στο να αποφασίζουμε από τις μυριάδες επιλογές που έχουμε μπροστά μας κάθε στιγμή. Είναι εκείνο το σύστημα το οποίο μας επιτρέπει να “πράττουμε”. Είναι το ίδιο σύστημα το οποίο επιβραβεύει κάποιες πράξεις ενισχύοντας αυτές. Είναι επίσης το ίδιο σύστημα το οποίο επηρεάζουν οι εθησιογόνες ουσίες δημιουργώντας με τη χρήση τους ερεθίσματα επιβράβευσης.
Αυτή η νέα θεώρηση της λειτουργίας του εγκεφάλου μας επιτρέπει να δούμε υπό διαφορετικό πρίσμα ορισμένες κλινικές ασθένειες. Για παράδειγμα η νόσος Parkinson μπορεί να θεωρηθεί πλέον ως ένα πρόβλημα αξιολόγησης. Παραδοσιακά η νόσος αυτή περιγράφεται ως μια αμιγώς κινητική διαταραχή. Είναι γνωστό ότι στη νόσο Parkinson έχουμε προοδευτική καταστροφή των νευρώνων της μελανοραβδωτής οδού και συγκεκριμένα ντοπαμινεργικών νευρώνων. Από τα κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου ξεχωρίζουν η βραδυκινησία, ο τρόμος και ο αυξημένος μυϊκός τόνος. O Montague προτείνει ότι αυτές οι διαταραχές οφείλονται στην αδυναμία αξιολόγησης των πράξεων. Με απλά λόγια ο εγκέφαλος δεν μπορεί να αξιολογήσει ποιά μυϊκή κίνηση είναι καλύτερη και επειδή δεν μπορεί να διαλέξει απλά “παγώνει”. Όπως είπαμε προηγουμένως είναι οι διακυμάνσεις στα επίπεδα της ντοπαμίνης τα οποία μεταφέρουν το μήνυμα της αξιολόγησης. Δίχως αυτά ο εγκέφαλος απλά δεν μπορεί να λάβει αποφάσεις.
Στο περιεχόμενο το βιβλίο του Montague έχει πολλές αντιστοιχίες με το “Descarte’s Error”του γνωστού νευρολόγου Antonio Damasio. Η ερευνητική κλινική του Damasio έχει ασχοληθεί λεπτομερώς με ασθενείς που έχουν υποστεί βλάβη σε συγκεκριμένα σημεία του προ-μετωπιαίου λοβού. Πολύ συχνά οι ασθενείς αυτοί παρουσιάζουν εντονότατα προβλήματα στην αξιολόγηση πράξεων με αποτέλεσμα π.χ. να μην κατανοούν το ρίσκο που εμπεριέχει ο τζόγος ή να μην μπορούν να αξιολογήσουν μια ζημιογόνα οικονομική συναλλαγή. Αυτή η αδυναμία αξιολόγησης πολλές φορές τους δημιουργεί και μια εντονότατη αναποφασιστικότητα. Σύμφωνα με το Damasio αυτά τα προβλήματα προκαλούνται από την έλλειψη αισθημάτων που συνήθως συνοδεύουν την αξιολόγηση μιας πράξης. Π.χ. όταν ένας φυσιολογικός άνθρωπος στοιχηματίζει σε ένα καζίνο μπορεί να νιώσει τύψεις, φόβο, ανησυχία κ.ό.κ. Αισθήματα που τον αποτρέπουν από το να στοιχηματίσει. Δηλαδή τα αισθήματα μας βοηθούν σε μεγάλο βαθμό να καταλήξουμε σε μια απόφαση. Τόσο ο Montague όσο και o Damasio αναδεικνύουν τη σημασία της αξιολόγησης στη λειτουργία του εγκεφάλου.
Το βιλίο του Montague αποτελεί μια άριστη εισαγωγή στην υπολογιστική θεωρία του νου (computational theory of the mind) και ουσιαστικά μας προιδεάζει για το νέο πεδίο των μεγάλων ανακαλύψεων στον τομέα των νευροπεπιστημών.