Στην καθημερινή ζωή με τον όρο κατάθλιψη εννοούμε μια κατάσταση θλiψης και μελαγχολίας, αυτό συνήθως είναι παροδικό και μάλλον οφείλεται σε κάτι σχετικά ασήμαντο και επουσιώδες. Η κατάθλιψη διαφέρει από την “Κλινική Κατάθλιψη”, η οποία χαρακτηρίζεται από συμπτώματα που διαρκούν πάνω από δύο εβδομάδες και είναι τόσο σοβαρά ώστε να επεμβαίνουν στην καθημερινότητα ενός ατόμου.
Πόσο συχνή είναι η κατάθλιψη;
Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή, προσβάλλει ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού. Ο δια βίου επιπολασμός κυμαίνεται από 10% έως 25% στις γυναίκες και από 5% έως 12% στους άντρες. Αυτά τα ποσοστά είναι ανεξάρτητα από την εθνικότητα, τη μόρφωση, το εισόδημα και την οικογενειακή κατάσταση. Η μείζων κατάθλιψη έχει υψηλό δείκτη θνησιμότητας, αφού μέχρι και 15 % των ασθενών αυτοκτονούν. Επιπλέον, στους ασθενείς πάνω από 55 ετών η συχνότητα αυτοκτονία είναι τετραπλάσια της συχνότητας θανάτου του γενικού πληθυσμού. Οι ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη αναφέρουν συχνότερα πόνο και σωματικές νόσους, κάνουν περισσότερες επισκέψεις στους γιατρούς και έχουν μειωμένη συνολική λειτουργικότητα.
Αίτια της κατάθλιψης
Η κατάθλιψη μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες που ενεργούν μόνοι τους ή και συντονισμένα.
Περιβάλλον
Αντίδραση σε καταστάσεις, όπως η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου ή η μετακόμιση από ένα σπίτι σε ένα άλλο. Τα μονότονα περιβάλλοντα μπορεί να είναι καταθλιπτικά. Όταν κάποιος δεν μπορεί να ελέγξει το περιβάλλον του, η κατάσταση αυτή μπορεί να φέρει αισθήματα ανημποριάς. Οικογενειακές διαφωνίες ή οικονομικές δυσκολίες μπορεί να επιφέρουν κατάθλιψη. Άλλα αίτια κατάθλιψης είναι οι κλιματικές συνθήκες, όπως η βροχή ή η συννεφιά, η μοναξιά και το αίσθημα ότι οι άλλοι άνθρωποι δεν νοιάζονται για εμάς.
Ψυχολογικοί παράγοντες
Μερικές φορές η κατάθλιψη μπορεί να προκληθεί από εσωτερικά προβλήματα. Πεσιμιστικές ιδέες ή έλλειψη αυτοσεβασμού μπορούν να οδηγήσει σε κατάθλιψη. Ασθένειες και αλλαγές στην ψυχολογία ενός ατόμου που συμβαίνουν στην ψύχωση και την άνοια μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε κατάθλιψη.
Βιολογικοί παράγοντες
Αυτοί ποικίλουν αλλά γενικώς περιλαμβάνουν κληρονομικούς, νευρολογικούς, ορμονικούς και εποχιακούς παράγοντες. Επίσης μπορεί να σχετίζονται με κάποια ασθένεια.
Ποιοί είναι οι τύποι της κατάθλιψης;
Στο παρελθόν, διακρινόταν σε δύο τύπους, την αντιδραστική ή εξωγενή κατάθλιψη η οποία εμφανίζεται εξαιτίας κάποιου εμφανούς αιτίου και την ενδογενή κατάθλιψη, που εμφανίζεται χωρίς κάποιο εμφανές αίτιο. Σήμερα, προτιμάται μια ταξινόμηση με βάση τον αριθμό των συμπτωμάτων που παρατηρούνται και το βαθμό στον οποίο παρεμβαίνουν στη ζωή των ασθενών και με την βαρύτητα:
Η ήπια κατάθλιψη υποχωρεί συχνά από μόνη της. Δεν πρέπει να αγνοηθεί, γιατί μπορεί να εξελιχθεί σε μέσης βαρύτητας κατάθλιψη.
Η μέσης βαρύτητας κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από μειωμένη λειτουργικότητα του ασθενή μέσα στο σπίτι του ή στη δουλειά του.
Η σοβαρή κατάθλιψη είναι μια σοβαρή νόσος. Προκαλεί σημαντική και έντονη διαταραχή σε όλους τους τομείς λειτουργικότητας και συχνά συσχετίζεται με ιδέες αυτοκτονίας.
Η κατάθλιψη μπορεί να ορισθεί επιπλέον ως μονοπολική ή διπολική. Στην μονοπολική κατάθλιψη, τα άτομα μπορεί να υποφέρουν από επανειλημμένα επεισόδια κατάθλιψης. Ωστόσο, η διάθεσή τους επανέρχεται στο φυσιολογικό στο τέλος ενός επεισοδίου κατάθλιψης. Η διπολική κατάθλιψη, αντίθετα, χαρακτηρίζεται από εναλλασσόμενα διαστήματα κατάθλιψης και μανίας, όπου το άτομο έχει υπερβολική αίσθηση ευεξίας, που μπορεί να το καταστήσει ιδιαίτερα ριψοκίνδυνο. Ο τύπος αυτός αναφέρεται επίσης ως διπολική διαταραχή (μανιοκατάθλιψη).
Η δυσθυμία είναι μια μορφή κατάθλιψης στην οποία τα συμπτώματα είναι παρόμοια αλλά ηπιότερα από εκείνα της μείζονος κατάθλιψης και χαρακτηρίζεται από μεγάλη διάρκεια.
Η ψυχωτική κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από ψυχωτικά συμπτώματα όπως παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις.
Υπάρχουν πολλά ειδικά σύνδρομα όπως η εποχική κατάθλιψη, που παρατηρείται συνήθως μόνο το χειμώνα, μπορεί να οφείλεται στην απουσία ηλιακής ακτινοβολίας και ανταποκρίνεται σε έκθεση σε τεχνητό φως, η επιλόχεια κατάθλιψη, που παρουσιάζεται σε μητέρες μήνες μετά τον τοκετό και η επιλόχεια ψύχωση, που έχει συμπτώματα παρόμοια με εκείνα της μανιοκατάθλιψης.
Συμπτώματα κατάθλιψης
Τα κύρια συμπτώματα που μπορεί να εμφανίζει κάποιος όταν έχει κατάθλιψη περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
Μεγάλη ελάττωση του ενδιαφέροντος ή της ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας σχεδόν κάθε μέρα. Π.χ., μια μητέρα έχασε το ενδιαφέρον της να φροντίσει το μικρό της παιδί, να καθαρίσει το σπίτι της, να βγει έξω να ψωνίσει με μια φίλη της, να ντυθεί όμορφα, πράγματα που πριν την ευχαριστούσαν πολύ. Η αλλαγή αυτή στην συμπεριφορά της είχε γίνει πολύ αντιληπτή από το στενό της περιβάλλον.
Καταθλιπτική Διάθεση, κατά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας σχεδόν κάθε ημέρα όπως φαίνεται είτε με υποκειμενική εκτίμηση είτε σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των άλλων (π.χ., ο ασθενής κλαίει συχνά και φαίνεται πολύ στεναχωρημένος). Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω από αυτό το σύμπτωμα πήρε και την γενικότερη ονομασία της η διαταραχή αυτή.
Δυσκολία στον ύπνο. Η διαταραχή αυτή του ύπνου μπορεί να έχει πολλές μορφές. Π.χ., μερικοί ασθενείς δεν μπορούν να κοιμηθούν καθόλου, άλλοι κάνουν πολύ ακανόνιστο ύπνο, ξυπνούν δηλαδή πολλές φορές κατά την διάρκεια της νύχτας. Χαρακτηριστικό όμως της κατάθλιψης είναι ότι οι ασθενείς ξυπνούν από πολύ πρωί, π.χ. από τις 4 η ώρα και δεν ξανακοιμούνται. Αυτή η πρώιμη αφύπνιση όπως λέγεται εμφανίζεται πιο συχνά στην κατάθλιψη.
Διαταραχές στην όρεξη για φαγητό. Συνήθως η κατάθλιψη προκαλεί απώλεια της όρεξης για φαγητό με αποτέλεσμα απώλεια βάρους, π.χ., ένας ασθενής 75 κιλών μπορεί να έχει χάσει σ’ ένα μήνα πάνω από 5 κιλά. Σε μια μικρή ομάδα ασθενών προκαλείται το αντίθετο σύμπτωμα, δηλαδή υπερφαγία.
Απώλεια του ενδιαφέροντος για σεξ. Τυπικό σύμπτωμα της κατάθλιψης η απώλεια του ενδιαφέροντος για την ερωτική πράξη. Ας σημειωθεί ότι εδώ αναφερόμαστε στην διάθεση για σεξ και όχι στο αν γίνεται ή όχι η ερωτική πράξη. Π.χ., μια γυναίκα με κατάθλιψη μπορεί να κάνει έρωτα με τον σύζυγό της γιατί εκείνος το θέλει, αλλά η ίδια αν ερωτηθεί θα πει ότι δεν το επιθυμεί καθόλου και δεν της προκαλεί καμιά ευχαρίστηση.
Απώλεια των δυνάμεων και της ενεργητικότητας. Ο ασθενής με κατάθλιψη νιώθει σαν να τον έχουν εγκαταλείψει οι δυνάμεις του, αισθάνεται κουρασμένος όλη την ώρα και γι’ αυτό πολλές φορές κάθεται στην καρέκλα και δεν κάνει τίποτα. Μερικοί ασθενείς μπορεί από την άλλη να εμφανίζουν έντονη ανησυχία και άγχος, σαν κάτι κακό να πρόκειται να συμβεί.
Αδυναμία συγκέντρωσης, σκέψης, μνήμης ή λήψης αποφάσεων. Ο ασθενής με κατάθλιψη δεν μπορεί να συγκεντρωθεί εύκολα. Το μυαλό του φαίνεται να είναι απασχολημένο με άλλες ιδέες και σκέψεις.
Ιδέες ενοχής, αυτομομφής και αναξιότητας. Ο ασθενής με κατάθλιψη τυπικά πιστεύει ότι ο ίδιος φταίει για την τροπή που έχει πάρει η ζωή του, όλα είναι δικό του λάθος. Νιώθει ότι η κατάσταση που περνάει είναι σαν ένα είδος τιμωρίας για πράγματα που έκανε στο παρελθόν. Μπορεί να νιώθει ότι δεν αξίζει τίποτε σαν άνθρωπος, ότι είναι ένα μηδενικό.
Ανησυχία και απαισιοδοξία για το μέλλον. Ο ασθενής με κατάθλιψη χρωματίζει το μέλλον του με μαύρα χρώματα. Πιστεύει ότι πολύ δύσκολα θα αλλάξει η κατάσταση της ζωής του.
Ιδέες αυτοκτονίας. Μερικές φορές ο ασθενής νιώθει τόσο απελπισμένος και αβοήθητος που μπαίνουν στο μυαλό του ιδέες αυτοκτονίας. Ο κίνδυνος αυτοκτονίας είναι αυξημένος σε ασθενείς με σοβαρή κατάθλιψη.
Γενικά σωματικά συμπτώματα. Πολλοί ασθενείς με κατάθλιψη αναφέρουν μια ποικιλία από σωματικά συμπτώματα όπως πονοκεφάλους, πόνους γενικά στο σώμα τους, προβλήματα από το γαστρεντερικό κ.λ.π. Πολλές φορές τα συμπτώματα αυτά τους οδηγούν σε διάφορους γιατρούς ή στα νοσοκομεία. Χαρακτηριστικό είναι ότι ύστερα από την εξέταση τα συμπτώματα δεν μπορούν να εξηγηθούν και αποδίδονται από τον γιατρό σε άγχος ή κόπωση. Δεν είναι ανάγκη να έχει κανείς όλα τα συμπτώματα για να θεωρηθεί ότι πάσχει από κατάθλιψη. Οι ειδικοί θεωρούν ότι 5 ή περισσότερα συμπτώματα, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα από τα δύο πρώτα, φτάνουν για να μπει η διάγνωση.
Θεραπεία
Χωρίς θεραπεία ένα επεισόδιο κατάθλιψης διαρκεί κατά μέσο όρο δέκα μήνες σε νέους ασθενείς (από λίγες μέρες έως πολλά χρόνια) και περίπου 2 χρόνια στους ηλικιωμένους. Η θεραπεία είναι σημαντική όχι μόνο για την υποχώρηση ενός μεμονωμένου επεισοδίου το συντομότερο δυνατό, αλλά και για να προληφθούν μελλοντικά επεισόδια. Πολλοί άνθρωποι που υπέστησαν ένα επεισόδιο κατάθλιψης παρουσιάζουν και άλλα επεισόδια (δηλ. υποτροπές). Ο κίνδυνος υποτροπών αυξάνεται με τον αριθμό και τη σοβαρότητα προηγούμενων επεισοδίων.
Υπάρχουν δύο θεραπείες, η φαρμακευτική με αντικαταθλιπτικά και άλλα φάρμακα, η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση και ο συνδυασμός και των δύο. Πολλοί πιστεύουν ότι οι ψυχοθεραπευτικές θεραπείες είναι περισσότερο σημαντικές από τη χρήση αντικαταθλιπτικών, αλλά αγνοείται το γεγονός ότι η κατάθλιψη είναι μια απόλυτα σωματική νόσος.
Ψυχοθεραπευτικές θεραπείες
Οι συνηθέστερες μορφές ψυχοθεραπείας είναι η γνωσιακή θεραπεία της συμπεριφοράς και η διαπροσωπική ψυχοθεραπεία. Η γνωσιακή θεραπεία της συμπεριφοράς είναι μια βραχυχρόνια ψυχοθεραπεία που στοχεύει να βοηθήσει τον καταθλιπτικό να αντικαταστήσει τις αρνητικές του σκέψεις και συμπεριφορές με περισσότερο ρεαλιστικές. Η διαπροσωπική ψυχοθεραπεία επικεντρώνεται περισσότερο στις παρελθούσες και παρούσες σχέσεις και το πώς επηρεάζουν την τωρινή λειτουργικότητα του ατόμου.
Αντικαταθλιπτικά
Σήμερα, υπάρχουν πολλά διαφορετικά αντικαταθλιπτικά. Αποτελούν την αναγνωρισμένη θεραπεία για όλες τις μορφές μέτριας και σοβαρής κατάθλιψης ανεξαρτήτως αιτιολογίας. Περίπου το 80% των ασθενών με κατάθλιψη ανταποκρίνεται στη θεραπεία με αντικαταθλιπτικά, τα οποία είναι αποτελεσματικά, δεν προκαλούν εθισμό και δεν χάνουν την αποτελεσματικότητα τους κατά τη μακροχρόνια χρήση.
Τα αντικαταθλιπτικά δεν δρουν άμεσα. Η βελτίωση της διάθεσης απαιτεί συνήθως τρεις εβδομάδες και περισσότερο, αντίθετα από τα ηρεμιστικά, που έχουν άμεση δράση. Μπορεί αρχικά να παρατηρήσει κανείς βελτίωση στον ύπνο. Η βελτίωση της διάθεσης όμως ακολουθεί αργότερα. Οι παρενέργειες εμφανίζονται συνήθως από την αρχή της θεραπείας, είναι ήπιες και συνήθως υποχωρούν, αλλά αν δεν είναι ανεκτές, θα πρέπει να επικοινωνήσει ο ασθενής με τον γιατρό του. Τα αντικαταθλιπτικά δρουν μόνο σε άτομα που υποφέρουν από κατάθλιψη και δεν φαίνεται να επιδρούν σε άτομα που δεν υποφέρουν από κατάθλιψη. Η δράση τους δεν αυξάνεται όσο αυξάνεται η δόση.
Πώς δρουν τα αντικαταθλιπτικά;
Τα αντικαταθλιπτικά δρουν στον εγκέφαλο αυξάνοντας τα επίπεδα νοραδρεναλίνης ή σεροτονίνης ή και των δύο στην νευρική σύναψη. Για παράδειγμα, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά όπως η αμιτριπτυλίνη, αυξάνουν τα επίπεδα και της νοραδρεναλίνης και της σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Ωστόσο, οι ειδικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) δρουν μόνο ή κυρίως στο σύστημα σεροτονίνης.
Για πόσο καιρό θα πρέπει να γίνεται λήψη αντικαταθλιπτικών;
Τα αντικαταθλιπτικά θα πρέπει να λαμβάνονται για τουλάχιστον 6 μήνες γιατί ο κίνδυνος υποτροπής είναι πολύ μικρότερος αν οι ασθενείς συνεχίσουν τη θεραπεία για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τι συμβαίνει αν δεν ανταποκριθώ στη θεραπεία;
Πρέπει να γίνει λήψη ικανής δόσης αντικαταθλιπτικού για τουλάχιστον 4 εβδομάδες, πριν υποθέσει κανείς ότι δεν έχει ανταπόκριση. Υπάρχουν μετά εναλλακτικές δυνατότητες σε περίπτωση μη ανταπόκρισης όπως η αύξηση της δόσης, η χορήγηση άλλου αντικαταθλιπτικού ή και συνδυασμού αντικαταθλιπτικών και άλλων φαρμάκων όπως σταθεροποιητικών της διάθεσης, νευροληπτικών κλπ. Αν εξακολουθεί να μην εμφανίζεται ανταπόκριση, μια άλλη επιλογή που μπορεί να εξετάσει ο γιατρός σας είναι η ηλεκτροσπασμοθεραπεία (ΗΣΘ), η οποία είναι μια από τις αποτελεσματικότερες θεραπείες για την κατάθλιψη, ιδιαίτερα σε σοβαρές περιπτώσεις που δεν έχουν ανταποκριθεί σε άλλες θεραπείες ή σε άτομα που δεν μπορούν να λάβουν φάρμακα.